Creativity

full of
positivity

Κυριακή
3 Δεκεμβρίου 2023

ΕΚΘΕΣΗ ΕΤΙΚΕΤΑΣ ΚΡΑΣΙΟΥ του Γιώργου Βέκιου

Ένα ταξίδι στον κόσμο της ετικέτας του κρασιού: 1970 – 2023 στη ΣΤΕΓΗ ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΥ ΚΟΡΝΑΡΟΥ. Η «απελευθέρωση» της ετικέτας από την φιάλη και η ύπαρξή της ως καλλιτεχνική έμπνευση είναι το θέμα της έκθεσης. Μέσα από την προσωπική συλλογή ετικετών κρασιών του Γιώργου Βέκιου, που ποτέ στο παρελθόν δεν είχε σκεφτεί να εκθέσει, διαφαίνεται η σχεδιαστική πλευρά της ετικέτας και η εξέλιξή της από την δεκαετία του ‘70 έως σήμερα.

Ο Γιώργος Βέκιος γεννήθηκε στην Αθήνα. Μετά τις βασικές σπουδές του στην Ελλάδα, φοίτησε στο Ινστιτούτο Οινολογίας του Bordeaux απ’ όπου και αποφοίτησε το 1975 (Κάτοχος Εθνικού Διπλώματος Οινολογίας).  Με την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάστηκε στις Εταιρίες: Καμπάς Α.Ε., Ε.Ε.Ο.Ο. (Βότρυς), Ι. Μπουτάρης και Υιός. Από το 1992 εργάστηκε ως ελεύθερος επαγγελματίας. Έχει συνεργαστεί με το περιοδικό ΓΕΥΣΗ, ΓΕΥΣΗ-ΚΟΥΖΙΝΑ κ.α.  Έχει γράψει τρία βιβλία για το κρασί και το 1992 εξέδωσε το περιοδικό ΟΙΝΟΛΟΓΙΑ η έκδοση του οποίου συνεχίζεται μέχρι σήμερα από την κόρη του. Από το 2021 κατοικεί μόνιμα στην Σητεία και αυτή είναι η πρώτη, μάλλον και πανελλαδικά, έκθεση ετικετών κρασιού.

Για τους λάτρες του κρασιού, της ιστορίας και γενικά των γεγονότων, η ομιλία στα εγκαίνια του κου Γιώργου Βέκιου ήταν πολλή ενδιαφέρουσα από όλες τις απόψεις και είναι η παρακάτω :

Η σημερινή έκθεση έχει ενταχθεί στο «Εικαστικό Καλοκαίρι 2023» που διοργανώνει ο Δήμος Σητείας και ο ΟΑΣ, θα ήθελα λοιπόν να ευχαριστήσω την κα Μαρία Γιαννακάκη και τον κο Μιχάλη Γιαννακάκη για την αποδοχή να συμπεριλάβουν την έκθεση στο πρόγραμμα. Επίσης θέλω να ευχαριστήσω την κα Αλίκη Γαλανάκη και τον κο Γιώργο Γαλανάκη για την φιλοξενία της έκθεσης στην «Στέγη Κορνάρος». Όταν συζητήσαμε για την έκθεση, ο κος Γαλανάκης πρότεινε να μιλήσω και για τον Σητειακό αμπελώνα, έτσι η ομιλία μου είναι χωρισμένη σε δύο μέρη. Στο πρώτο θα αναφερθώ στη σχέση του αμπελιού και του κρασιού με τον άνθρωπο, από την Νεολιθική εποχή μέχρι σήμερα. Μην ανησυχείτε θα είμαι σύντομος, και καθώς ο διαθέσιμος χρόνος δεν αφήνει πολλά περιθώρια, διάλεξα λίγα «στιγμιότυπα» της ιστορίας που θα συνδέσουν το τότε με το σήμερα. Στο δεύτερο μέρος θα παρουσιάσω την έκθεση των ετικετών που βρίσκονται γύρω σας και πάλι με μια σύντομη αναδρομή από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.

Αμπέλι και κρασί μια σύντομη εισαγωγή

Ο προϊστορικός άνθρωπος συναντάει το αμπέλι, η αρχή της αμπελοκαλλιέργειας «αρχή πάντων η άμπελος εστί»* θα μπορούσα, παραφράζοντας τον Αριστοτέλη, να πω για την σημερινή εκδήλωση, ακόμα και ως τίτλο της έκθεσης να χρησιμοποιήσω. Πότε όμως μπήκε το αμπέλι στην διατροφή μας; Πολύ πρόσφατες έρευνες, με την βοήθεια της γενετικής (DNA)(1) αποκάλυψαν ότι η πρώτη χρήση των σταφυλιών, ως τροφή, ξεκίνησε στην Μεσοποταμία πριν από 11.000 χρόνια. Η έρευνα απέδειξε, επίσης, ότι όλες οι ποικιλίες που γνωρίζουμε σήμερα στην Ευρώπη προέρχονται από την διασταύρωση των ντόπιων άγριων ποικιλιών με αυτές που «εξημερώθηκαν» και μεταφέρθηκαν προς τα δυτικά. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι το ταξίδι του αμπελιού αποτυπώθηκε πολύ παραστατικά, πρίν από 2.500 χρόνια, στη κύλικα του Εξηκία, όπως είναι γνωστή από το όνομα του ζωγράφου. Ο θεός Διόνυσος, ταξιδεύει ενώ τα κατάρτια του πλοίου έχουνε μετατραπεί σε κληματαριά.

Μεσόγειος, αρχαία Ελλάδα, Πρωτομινωική και Μινωική Κρήτη

Ίσως από τα πρώτα μέρη, που σήμερα ονομάζουμε Ευρώπη, και έφθασε το αμπέλι ήταν η Κρήτη, η οποία είχε ανεπτυγμένο εμπόριο με λαούς που ζούσαν στις ακτές του σημερινού Λιβάνου, Παλαιστίνης. Σε έκθεση που έγινε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (Αθήνα) παρουσιάστηκε η πήλινη οικοσκευή από διάφορες ανασκαφές Μινωικών και Μυκηναϊκών θέσεων. Τα αποτελέσματα είναι ενδιαφέροντα και θα τολμήσω να πω συγκινητικά. Δημοσιεύτηκαν σε ένα τόμο με τίτλο Μινωιτών και Μυκηναίων Γεύσεις αλλά θα περιοριστώ στην Κρήτη και δανείζομαι τρεις αναφορές της έκθεσης για την πρωτο-μινωική και την μινωική Κρήτη.

Η πρώτη αφορά στο χωριό Μύρτος της Ιεράπετρας (περίπου στο 2.200 π.Χ.), όπου οι πίθοι Νο 124 και 125 περιείχαν κρασί πιθανόν με ρετσίνι, όπως αποκάλυψαν οι χημικές αναλύσεις, ο δε πίθος Νο 127, διαβάζω ακριβώς το κείμενο από τον τόμο: «Από το αρχικό αγγείο ανακτήθηκαν υπολείμματα πατημένων σταφυλιών, κουκούτσια, βλαστοί και φλοιοί. Οι αναλύσεις επιβεβαίωσαν την ύπαρξη ενός προϊόντος σταφυλιών/κρασιού».

Η δεύτερη σημαντική αναφορά προέρχεται από τις ανασκαφές στο Μοναστηράκι Ρεθύμνου (1900 – 1700 π.Χ.) όπου οι χημικές αναλύσεις στα υπολείμματα μιας τριποδικής χύτρας Νο 128, έδειξαν ότι φιλοξένησε «κρασί με ρετσίνι και με δρύινο ξύλο και μάλιστα ψημένο». Εδώ να σας πληροφορήσω ότι για την κατασκευή των δρύινων βαρελιών χρησιμοποιείται η φωτιά για να μαλακώσει το σκληρό ξύλο και να είναι εύκολη η κατεργασία του. Τα αρώματα του «ψημένου – καμένου» ξύλου προσθέτουν χαρακτήρα στα σύγχρονα κρασιά. Άραγε τα κρασιά στο Μοναστηράκι έμοιαζαν κάπως με τα σημερινά;

Και η τρίτη, που θα ενθουσιάσει τους φίλους της ρακής, αντιγράφω από τον ίδιο τόμο: «Στο ανακτορικό κέντρο Μοναστηρακίου Ρεθύμνου η ανεύρεση αριθμού πίθων που περιείχαν απανθρακωμένα υπολείμματα από τσαμπιά και κουκούτσια σταφυλιών μας οδηγεί στην άποψη ότι είχαν τοποθετηθεί εκεί, προκειμένου να γίνει η ζύμωση/απόσταξη που είναι απαραίτητη για την παραγωγή της τσικουδιάς. Με παρόμοια ευρήματα βρέθηκαν πίθοι κατά την ανασκαφή του ανακτόρου της Φαιστού».

Θα κλείσω αυτή την χρονική περίοδο, με μια ακόμα πληροφορία, σχετική με το θέμα μας, η οποία έρχεται από το ανάκτορο της Κάτω Ζάκρου όπου βρέθηκαν (υπολείμματα από) οινοποιήσιμα σταφύλια (2) ηλικίας αρκετών χιλιάδων ετών καθώς και μια επιγραφή στη γραμμική A (3) που περιλαμβάνει την λέξη κρασί. Η επιγραφή βρέθηκε στο τοίχωμα πιθαριού (1450 π.Χ.) στις αποθήκες των ανακτόρων. Αυτές οι τέσσερεις πληροφορίες, είναι αρκετές, για να δείξουν την σύνδεση της Κρήτης (2.200 – 1450 π.Χ.) με το αμπέλι και το κρασί.

Ρωμαϊκή κατάκτηση. Όταν οι Ρωμαίοι κατάκτησαν την Ελλάδα πήραν την γνώση για την καλλιέργεια του αμπελιού και την παραγωγή του κρασιού. Ο Διόνυσος, σημαντική θεότητα στην αρχαία Ελλάδα, στενά συνδεδεμένος με το αμπέλι και το κρασί, απόκτησε ως Βάκχος την «Ρωμαϊκή υπηκοότητα» διατηρώντας όλα τα ελληνικά χαρακτηριστικά του. Τότε τα «Σητειακά» κρασιά σφραγισμένα μέσα σε αμφορείς ταξίδευαν σε ολόκληρη τη Μεσόγειο. Οι πληροφορίες από Λατίνους συγγραφείς λένε ότι ο Λούκουλλος προτιμούσε το κόκκινο κρασί της περιοχής «Αγριλού» Σητείας (ασφαλώς τότε δεν τα ονόμαζαν έτσι) και από εκεί προμηθευόταν κρασί και για τα λουκούλλεια γεύματά του που, εκτός των άλλων, περιλάμβαναν φρέσκα ψάρια από την «Ιχθυοπαγίδα Σητείας».

Ενετοκρατία και Μαλβαζίας: ο γλυκός χρυσός της εποχής

Με ένα άλμα στο χρόνο, θα μεταφερθούμε στην Ενετοκρατία. Το λιμάνι της Μονεμβασιάς, έπαιξε σημαντικό ρόλο στις εξαγωγές γλυκών κρασιών προς την Γαληνότατη Βενετική Δημοκρατία. Τα εξαγόμενα κρασιά ονομάστηκαν Μαλβαζίες (Μαλεβός ήταν τότε το όνομα του όρους Πάρνων, στην απέναντι ηπειρωτική Πελοπόννησο). Η μεγάλη επιτυχία και αποδοχή αυτών των κρασιών, οδήγησε τους Ενετούς στην αναζήτηση και άλλων πηγών προμήθειας.

Η Κρήτη για άλλη μια φορά, μπήκε στο παιχνίδι. Η ηλιοφάνεια της Κρήτης, το κομβικό σημείο στο κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου, η μεγάλη έκτασή της και η γνώση (από την αρχαιότητα) της παραγωγής, με λιάσιμο των σταφυλιών, υψηλόβαθμων γλυκών κρασιών ανέδειξαν την Κρήτη σε σημαντική αμπελουργική ζώνη αυτή την περίοδο (13ος έως τα μέσα του 17ου αιώνα) και στην παραγωγή/εξαγωγή Μαλβαζία οίνου (vinum Malviticum).

Ο φλωρεντίνος καλόγερος περιηγητής Cristoforo Buondelmoti, έγραφε τον 15ο αιώνα: «Τα πλοία φτάνουν εδώ (στον Χάνδακα) από όλα τα μέρη του κόσμου και φορτώνουν το λιγότερο 20.000 βαρέλια κρασί εξαιρετικής ποιότητας. Από τα ανατολικά (της Κρήτης) προέρχεται η εξαιρετική Μαλβαζία». Από άλλη πληροφορία 60.000 βαρέλια.

Οθωμανική περίοδος

Οι Ενετοί έχασαν την Κρήτη και εγκαταστάθηκαν οι νέοι κατακτητές. Κάτω από την Οθωμανική κατοχή, το αμπέλι επέζησε, άλλοτε γνωρίζοντας επέκταση και άλλοτε περιορισμούς, κυρίως στα όρια των μοναστηριών και της χωρικής (σπιτικής) οικονομίας. Όμως παρά την αντίθεση της θρησκείας, η πληροφορία από σχετική μελέτη λέι ότι, «…δεν υπάρχει στο Κοράνι, όπως συνήθως ακούμε να επαναλαμβάνεται, κάποια ρητή απαγόρευση του κρασιού…», «…Θεωρείται ότι η απαγόρευση της οινοποσίας συνδέεται κατά κύριο λόγο με την κατοπινή ισλαμική θεολογική παράδοση και τις διάφορες ιερατικές σχολές ερμηνείας του Κορανίου…». Και μια πληροφορία, που θα χαρακτηρίσω νόστιμη αλλά και ενδεικτική των ανταλλαγών μεταξύ πολιτισμών: ο όρος μπεκρής (μεθύστακας), οφείλεται σε έναν διάσημο για τα μεθύσια του Τούρκο, τον Μπεκρή Μουσταφά αγά! (επί Μουράτ Δ΄ 1629 – 1640). Αυτό και μόνο δείχνει ότι οι απαγορεύσεις δεν είχαν, τουλάχιστον, καθολική αποδοχή.

Νεότεροι χρόνοι και ανατολική Κρήτη, Λιάτικο

Συνεχίζοντας το ταξίδι στον χρόνο, μετά την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, φτάνουμε σε πιο κοντινές εποχές. Παρά την βαθιά ιστορική σύνδεση του νησιού και του αμπελιού, το Λασίθι δεν απέκτησε εκτεταμένη σχέση με το αμπέλι και μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες υπήρξε οπισθοχώρηση της αμπελοκαλλιέργειας προς όφελος της ελαιοκαλλιέργειας. Παρ’ όλα αυτά το αμπέλι υπήρξε, υπάρχει και ευχόμαστε να συνεχίσει να υπάρχει. Και γι’ αυτό θα αναφερθώ σε μια ποικιλία πολύ γνωστή που ταίριαξε, προσαρμόστηκε στην περιοχή και καλλιεργήθηκε ως η κυριότερη ερυθρή ποικιλία και αναφέρομαι στο Λιάτικο. «Το Λιάτικο αποτελεί, μαζί με την Μανδηλαριά, την πιο παλαιά ερυθρή ποικιλία οινοποιίας του κρητικού αμπελώνα. Ο “λιάτικος οίνος” ήταν γνωστός για την ποιότητά του από τον 15ο αιώνα, αν και σε σύγκριση με τον Κρητικό Μαλβαζία πωλούνταν σε χαμηλότερες τιμές. Φαίνεται ακόμη ότι, κυρίως στο νομό Ρεθύμνης, το γλεύκος της ποικιλίας Λιάτικο συμμετείχε κατά μεγάλο ποσοστό στην παρασκευή του Κρητικού Μαλβαζία».

Φυτεμένο στις πλαγιές, σε αμπελώνες που ξεκινούν από τη θάλασσα και σκαρφαλώνουν σε υψόμετρο έως 600 μέτρων, ωριμάζει προς το τέλος του Ιουλίου, γεγονός στο οποίο αποδίδεται η ονομασία του (Ιουλιάτικο – Λιάτικο). Τα γλυκά κρασιά ΠΟΠ Σητεία, παράγονται από σταφύλια που απλώνονται στον ήλιο (λιαστά σταφύλια, λιάτικα σταφύλια, μια δεύτερη πιθανή προέλευση του ονόματός του) έτσι ώστε τα σάκχαρά τους να φθάσουν κοντά στα 400 γραμμάρια ανά λίτρο. Οι λεπτόφλουδες ρώγες δεν διαθέτουν αρκετές χρωστικές και σύντομα το χρώμα του κρασιού εξελίσεται σε κεραμιδί, από κόκκινο.

«Η ερυθρή οινοποίηση και η ωρίμαση σε βαρέλι ολοκληρώνουν το χαρακτήρα των γλυκών κρασιών που εύκολα αποκτούν κεραμιδί χρώμα που θυμίζει κονιάκ, όπως χαρακτηριστικά και με μια δόση υπερηφάνειας δήλωναν οι παλαιότεροι. Το μπουκέτο (άρωμα) είναι ένα πραγματικό ποτ-πουρί αποξηραμένων κόκκινων φρούτων, κυδωνιού, λουλουδιών, γλυκών μπαχαρικών και δέρματος. Όσο για τη γεύση, αυτή είναι γεμάτη με την αγριάδα και τη θέρμη των απόκρημνων πλαγιών του Λιβυκού πελάγους».

Συνηθισμένη πρακτική στην περιοχή, αν δεν είχαν καταναλώσει το περσινό κρασί, ήταν να συμπληρώνουν τα βαρέλια με το φρέσκο κρασί της χρονιάς. Έτσι υπήρχε μια συνεχής ανάμιξη φρέσκου και παλαιού. Η συνήθεια αυτή θυμίζει και ίσως να αποτελεί και μια σύνδεση (μεταφορά γνώσεων) ανάμεσα στην Σητειακή πρακτική με αυτή του Jerez της νότιας Ισπανίας. Στην περιοχή αυτή όπου παράγονται τα ομώνυμα διάσημα κρασιά, η μέθοδος solera, δίνει την δυνατότητα στους παραγωγούς να διατηρούν διαχρονικά το ίδιο γευστικό και αρωματικό προφίλ στα κρασιά τους, άρα να προσφέρουν την ίδια ποιότητα που έχει γίνει αποδεκτή από την πελατεία τους.

Εδώ θα ξεφύγω από τα ερυθρά και θα κάνω μια αναφορά σε λευκά κρασιά γιατί βρίσκω μια ενδιαφέρουσα προοπτική για τα παλιά κρασιά σαν «κονιάκ». Οι νεότερες γενιές οινοποιών/αμπελουργών (μετά το 1990 – 2000), στράφηκαν σε γαλλικές ποικιλίες και άλλαξαν τους τρόπους οινοποίησης. Το ζητούμενο ήταν και είναι τα έντονα αρώματα. Δεν έχουν περάσει 10 – 15 χρόνια που μια νέα κατηγορία λευκών κρασιών έκανε την εμφάνισή της. Είναι τα πορτοκαλί κρασιά (orange wines). Κρασιά από λευκά σταφύλια αλλά οινοποιημένα με την τεχνική των ερυθρών. Αποκτούν ένα πορτοκαλί χρώμα και με κάνουν να σκέπτομαι τα λιάτικα σαν κονιάκ. Μήπως έχουμε επιστροφή σε γεύσεις του παρελθόντος;

Μια έκθεση για την ετικέτα ή μια έκθεση ετικετών

Έφτασε όμως η ώρα να μιλήσω για την έκθεση. Ένας Γάλλος Sommelier, o Philippe Bourguignon έγραψε στο βιβλίο του. «Συλλέγουμε κρασιά σαν πίνακες ζωγραφικής. Στήσαμε κελάρια που στόχος τους δεν είναι να αποθηκεύουμε τα κρασιά για να τα πιούμε, αργότερα, στην πιο όμορφη έκφρασή τους, αλλά να κερδοσκοπούμε. Είναι καλύτερα να μαζεύεις άδεια μπουκάλια, ετικέτες ή φελλούς. Η ανάμνηση ενός Mouline του 1983 είναι πιο συγκινητική και πιο πλούσια από ότι το ίδιο μπουκάλι γεμάτο που κυκλοφορεί σε μια δημοπρασία! Δεν μας κάνει πλούσιους η κάβα μας αλλά τα μπουκάλια που έχουμε πιει.»

Το κρασί είναι το ποτό της συντροφιάς και αυτή η δήλωση του Sommelier με έκανε να αντιληφθώ ότι είμαστε πιο πλούσιοι αν μοιραζόμαστε αυτά που μας αρέσουν, παρά να τα διατηρούμε κλειδωμένα μακριά από τους άλλους. Έτσι ξεκίνησε η ιδέα της έκθεσης.

Η εικόνα και το μήνυμα

Οι ετικέτες, σε όποια μορφή και αν είναι (χαρτί, συνθετικό υλικό, εκτύπωση πάνω στο γυαλί) συνοδεύουν πάντα την φιάλη. Τι είναι λοιπόν αυτό που τις κάνει απαραίτητες; Η απάντηση είναι: γιατί δίνουν την ταυτότητα στο περιεχόμενο, είναι το όχημα που μεταφέρει την ιστορία του. Η ετικέτα κάνει γνωστά στον καταναλωτή τα βασικά χαρακτηριστικά του προϊόντος αλλά και του παραγωγού. Και τέλος είναι αυτό που στον χώρο του marketing ισχύει ως αξίωμα, σύμφωνα με την Nathalie Bernard, ειδική στο marketing του κρασιού:

«…Είμαστε όλοι καταναλωτές της ετικέτας, συχνά η συσκευασία φέρνει την αγορά της πρώτης φιάλης και ο οινοποιός φέρνει την αγορά της δεύτερης…»

Στην έκθεση δεν ακολούθησα μια κατάταξη με βάση ένα μοτίβο (π.χ. περιοχή, χρονολογία), η τοποθέτηση στα κάδρα έγινε με κριτήριο να υπάρχει ένα καλαίσθητο τελικό αποτέλεσμα αλλά και από την ανάγκη να ταιριάξουν διαφορετικά μεγέθη. Η κάθε ετικέτα έξω από την φιάλη και πλάι στις άλλες, εμφανίζεται απελευθερωμένη, από τον σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκε, προβάλλει την ιδιαιτερότητά της και δεν μπορεί να αποφύγει τις συγκρίσεις. Η ετικέτα αποκαλύπτει τις επιθυμίες και τον χαρακτήρα του παραγωγού, την έμπνευση και την ικανότητα του γραφίστα. Και θα διαπιστώσετε ότι κάποιες πετυχαίνουν τον στόχο τους και άλλες χάνονται, λόγω κακού σχεδιασμού.

Η ιστορίας της ετικέτας

Μια σύντομη αναδρομή στην «ιστορία» της ετικέτας θα μας δώσει μια εικόνα της εξέλιξης. Ήδη οι αρχαίοι Έλληνες, είχαν διακρίνει την ανάγκη να προστατέψουν την παραγωγή των κρασιών, ιδιαίτερα από ονομαστές περιοχές, και δημιούργησαν τις δικές τους «ετικέτες». Ήταν η σφραγίδα απάνω στο χερούλι του αμφορέα με το όνομα του άρχοντα-ιερέα που άλλαζε κάθε χρόνο, και που δήλωνε έμμεσα την χρονιά και τον τόπο παραγωγής. Άλλο στοιχείο δηλωτικό της προέλευσης, και προστασίας των διάσημων κρασιών, ήταν η φόρμα που έδιναν στον αμφορέα μεταφοράς. Κάθε πόλη είχε υιοθετήσει την δική της, έτσι ώστε κατά την εμπορική συναλλαγή να είναι εξασφαλισμένος ο αγοραστής για την προέλευση και ως εκ τούτου για την ποιότητα του κρασιού που αγόρασε.

Μεγάλο βήμα στην τυποποίηση (δοχείου, εμφιάλωση) ήταν η ανάπτυξη της υαλουργίας. Αν και το γυαλί ήταν γνωστό από την αρχαιότητα (1500 π.Χ.), δεν είχε βιομηχανοποιηθεί η χρήση του για την παραγωγή φιαλών. Οι πρώτες φιάλες κατασκευάζονταν με την τέχνη του φυσητού γυαλιού χωρίς να έχουν σταθερό σχήμα, χωρητικότητα και με μικρή αντοχή στις κρούσεις.

Στα μέσα του 17ου αιώνα, η ανάπτυξη στην Αγγλία των φούρνων με καύση άνθρακα και η τροποποίηση της σύνθεσης των πρώτων υλών επιτρέπουν τη μαζική παραγωγή βαρύτερων, πιο ανθεκτικών και με σταθερά χαρακτηριστικά γυάλινων φιαλών. Τώρα πλέον η ετικέτα μπορούσε να βρει την θέση της, παρ’ όλα αυτά πέρασαν σχεδόν δύο αιώνες για να δουν το φως οι πρώτες. Εφευρέτης ο Cyprien Gaulon, λιθογράφος-τυπογράφος από το Bordeaux.

Η σχεδίαση των ετικετών, ακολουθεί την αισθητική των εποχών, θα δείτε κλασσικές και μοντέρνες ετικέτες στην έκθεση. Εκτός από την αισθητική, την ετικέτα επηρεάζει και η τεχνολογία. Σήμερα πλέον έχουμε τις σύγχρονες με ενσωματωμένες πληροφορίες, τσιπάκια που, με την βοήθεια των έξυπνων τηλεφώνων και του διαδικτύου, μας μεταφέρουν άμεσα τις πληροφορίες από τον παραγωγό (αμπέλι, καλλιέργεια, διαθεσιμότητα φιαλών κ.α.).

Μια εικόνα χίλιες (λέξεις) πωλήσεις

Ανοίγοντας το δεύτερο μέρος της ομιλίας μου αναφέρθηκα στην άποψη του marketing, θα δώσω τώρα ένα παράδειγμα μιας επιτυχημένης ετικέτας. Στις αρχές τις δεκαετίας του 2000, πέντε μεγάλες εταιρείες μοιράζονται το 50% της αγοράς του κρασιού στις ΗΠΑ και το υπόλοιπο, μοιράζονταν, ένα πλήθος μικρότερων. Είναι τότε που ένα κρασί, από την Αυστραλία, θα τολμήσει να μπει στην αγορά. Ξεκίνησε με 225.000 χαρτ/τια το 2001 και σε 5 χρόνια οι πωλήσεις του άγγιξαν τα 8.100.000 χαρτ/τια. Ένας από τους παράγοντες που εξηγεί σε μεγάλο βαθμό αυτή την επιτυχία είναι η ετικέτα στην οποία βρίσκουμε το όνομα του κρασιού ανάμεσα σε αγκύλες: [Yellow Tail] και μια εικόνα ενός καγκουρό. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι πιο απλό και πιο αναγνωρίσιμο. Είναι ενδιαφέρον ότι στα επόμενα χρόνια, σχεδόν μία στις πέντε εισαγωγές κρασιού στις Ηνωμένες Πολιτείες έφερε ένα ζώο στην ετικέτα του.

Και θα κλείσω την ομιλία μου με μια ελληνική πινελιά παραφράζοντας την παροιμία: «…Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, ούτε η ετικέτα το κρασί, αλλά συμβάλλει στην εμπορική επιτυχία του…»

Φωτογραφίες : Derek Boyd