𝝡𝝴 𝝰𝞅𝝾𝞀𝝻ή 𝞃𝝶𝝼 𝝿𝝰𝞀ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶 𝝿𝝾𝞄 𝝰𝝼𝝴𝝱𝝰ί𝝼𝝴𝝸 𝝰𝞄𝞃ές 𝞃𝝸ς 𝝻έ𝞀𝝴ς 𝞂𝞃𝝾 𝝝έ𝝰𝞃𝞀𝝾 𝟳𝟯𝟭𝟬𝟬 𝞂𝞃𝝰 𝝬𝝰𝝼𝝸ά, «𝝩𝞀𝝴ίς 𝞇𝝶𝝺ές 𝝲𝞄𝝼𝝰ί𝝹𝝴ς» 𝞃𝝾𝞄 Έ𝝼𝞃𝝾𝞄𝝰𝞀𝝼𝞃 Ά𝝺𝝻𝝿𝝸, 𝝳𝝸𝝰𝝹𝝴𝝹𝞀𝝸𝝻έ𝝼𝝾𝞄 𝝖𝝻𝝴𝞀𝝸𝝹𝝰𝝼𝝾ύ 𝝷𝝴𝝰𝞃𝞀𝝸𝝹𝝾ύ 𝞂𝞄𝝲𝝲𝞀𝝰𝞅έ𝝰, 𝝱𝞀𝝰𝝱𝝴𝞄𝝻έ𝝼𝝾𝞄 𝝻𝝴 𝞃𝝾 𝝱𝞀𝝰𝝱𝝴ί𝝾 𝝥𝝾ύ𝝺𝝸𝞃𝝵𝝴𝞀 𝝲𝝸 𝝰𝞄𝞃ό 𝞃𝝾 έ𝞀𝝲𝝾 𝞂𝞄𝝼𝝰𝝼𝞃ή𝞂𝝰𝝻𝝴 𝞃𝝶𝝼 Ιώ Ασηθιανάκη. 𝝡ί𝝰 𝝿𝝰𝞀ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶 𝝿𝝾𝞄 έ𝞆𝝴𝝸 𝞂𝝹𝝶𝝼𝝾𝝷𝝴𝞃ή𝞂𝝴𝝸 𝝶 𝝞ώ 𝝹𝝰𝝸 𝝿𝝾𝞄 𝝻𝝰ς ά𝞅𝝶𝞂𝝴 𝞃𝝸ς 𝝹𝝰𝝺ύ𝞃𝝴𝞀𝝴ς 𝝴𝝼𝞃𝞄𝝿ώ𝞂𝝴𝝸ς 𝝿𝞀𝝰𝝲𝝻𝝰𝞃𝝸𝝹ά 𝝻𝝴 𝝴𝝹𝝿𝝺𝝶𝝹𝞃𝝸𝝹ές 𝝴𝞀𝝻𝝶𝝼𝝴ί𝝴ς 𝝰𝝿ό 𝞃𝝾𝞄ς 𝝦𝝾ύ𝞂𝞂𝝰 𝝡𝝰𝞀𝝹ά𝝹𝝶, 𝝘𝝴𝞈𝞀𝝲ί𝝰 𝝣𝞄𝝺𝝾ύ𝞀𝝶, 𝝘𝝸ώ𝞃𝝰 𝝥𝝰𝞀𝝰𝞂𝝹𝝴𝞄𝝾𝝿𝝾ύ𝝺𝝾𝞄 𝝹𝝰𝝸 𝝗𝝰𝝲𝝲έ𝝺𝝶 𝝩𝞂𝝾𝞄𝝹ά𝞃𝝾. 𝝡𝝸𝝺ή𝞂𝝰𝝻𝝴 𝝲𝝸𝝰 𝝷έ𝝰𝞃𝞀𝝾, 𝝲𝝸𝝰 𝞃𝝶𝝼 𝞂𝝹𝝶𝝼𝝾𝝷𝝴𝞂ί𝝰 𝝹𝝰𝝸 𝞃𝝶𝝼 𝝶𝝷𝝾𝝿𝝾𝝸ί𝝰. 𝝙𝞀𝝰𝞂𝞃𝝶𝞀𝝸ό𝞃𝝶𝞃𝝴ς 𝝿𝝾𝞄 𝝲𝝴𝝻ί𝝵𝝾𝞄𝝼 𝞃𝝾 𝞆𝞀ό𝝼𝝾 𝞃𝝶ς 𝝰𝝺𝝺ά 𝝹𝝰𝝸 𝝲𝝸𝝰 𝝿𝝾𝝺𝝺ά ά𝝺𝝺𝝰

𝝥𝝴ί𝞃𝝴 𝝻𝝰ς 𝝲𝝸𝝰 𝝴𝞂άς 𝝽𝝴𝝹𝝸𝝼ώ𝝼𝞃𝝰ς 𝝰𝝿ό 𝞃𝝶 𝞂𝞃𝝸𝝲𝝻ή 𝝿𝝾𝞄 𝞃𝝾 𝝷έ𝝰𝞃𝞀𝝾 𝝻𝝿ή𝝹𝝴 𝞂𝝰𝝼 𝝸𝝳έ𝝰 𝝹𝝸 𝝰𝞄𝞃ή έ𝝿𝞀𝝴𝝿𝝴 𝝼𝝰 𝞄𝝺𝝾𝝿𝝾𝝸𝝶𝝷𝝴ί; 𝝥ό𝞃𝝴;
Σε πολύ μικρή παιδική ηλικία μαζί με τους γονείς μου επισκεπτόμασταν αρκετές φορές θεατρικές παραστάσεις. Ήταν η έξοδός μας τα Σαββατοκύριακα. Είχα εικόνες δηλαδή από θέατρο από πολύ μικρή και θυμάμαι μετά τις παραστάσεις έπαιρνα το πρόγραμμα της παράστασης και προσπαθούσα να πω τα κείμενα στο σπίτι. Αρκετές φορές έπιασα τον εαυτό μου κλεισμένη στο δωμάτιό μου να το κάνει, οπότε πιστεύω ότι είχα αποφασίσει τι θα κάνω από πολύ μικρή. Μετά ήρθαν οι σπουδές, αρχικά στο Πανεπιστήμιο και αργότερα στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, την οποία και έχω τελειώσει.
𝝜 𝝴𝝿𝝸𝝺𝝾𝝲ή 𝝼𝝰 𝞅ύ𝝲𝝴𝝸ς 𝝰𝝿ό 𝝖𝝷ή𝝼𝝰 𝝹𝝰𝝸 𝝼𝝰 𝝴𝝲𝝹𝝰𝞃𝝰𝞂𝞃𝝰𝝷𝝴ίς 𝞂𝞃𝝰 𝝬𝝰𝝼𝝸ά 𝞂𝝴 𝝳𝝸𝝹𝝰ί𝞈𝞂𝝴;
Ναι απόλυτα. Αφού δούλεψα σαν ηθοποιός στην Αθήνα για δύο χρόνια, βγαίνοντας από τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, ήρθα στα Χανιά. Μου άρεσε πολύ η πόλη και αποφάσισα να εγκατασταθώ χωρίς δεύτερη σκέψη. Προσπάθησα μετά σιγά σιγά να ανακαλύψω την πόλη, γνώρισα αρκετούς ανθρώπους και είδα ότι υπήρχε μία διάθεση κι από τον κόσμο να κάνω κάτι δικό μου, μία σχολή. Επίσης αισθάνομαι ότι όλα αυτά τα χρόνια συνεργάζομαι με πολύ αξιόλογους ανθρώπους και έχει εκτιμηθεί στο μέγιστο σήμερα που μιλάμε η προσπάθεια μου/μας στο Theater 73100 από μεγάλη μερίδα του κοινού.
𝝪𝝿ά𝞀𝞆𝝴𝝸 𝝴𝝼𝝳𝝸𝝰𝞅έ𝞀𝝾𝝼 𝝰𝝿ό 𝝼έ𝝾𝞄ς 𝝰𝝼𝝷𝞀ώ𝝿𝝾𝞄ς 𝝼𝝰 𝝰𝞂𝞆𝝾𝝺𝝶𝝷𝝾ύ𝝼 𝝻𝝴 𝞃𝝾 𝝷έ𝝰𝞃𝞀𝝾 𝞂𝞃𝝶 𝝿ό𝝺𝝶 𝞃𝞈𝝼 𝝬𝝰𝝼ί𝞈𝝼;
Υπάρχουν επιλογές και δυνατότητες πολλές για τους νέους που σκέφτονται να ασχοληθούν με το θέατρο ερασιτεχνικά. Υπάρχουν και σχολές και φορείς αλλά και μέσα από το δημόσιο. Βλέπω ότι θέλουν να ασχοληθούν αρκετοί και μάλιστα όλων των ηλικιών και αυτό είναι πολύ αισιόδοξο.
𝝜 𝝴𝝿𝝾𝞆ή ά𝝺𝝺𝝰𝝽𝝴, 𝝿έ𝞀𝝰𝞂𝝴 𝝹𝝰𝝸 𝝶 𝝿𝝰𝝼𝝳𝝶𝝻ί𝝰, 𝝻𝝿ή𝝹𝝰𝝻𝝴 𝝹𝝰𝝸 𝞂𝝴 𝝲𝞀ή𝝲𝝾𝞀𝝾𝞄ς 𝞀𝞄𝝷𝝻𝝾ύς. 𝝚ί𝝼𝝰𝝸 𝝻ί𝝰 𝝹𝝰𝞃ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶 𝝿𝝾𝞄 𝞂𝝰ς 𝝴𝞄𝞆𝝰𝞀𝝸𝞂𝞃𝝴ί; 𝝥𝞈ς 𝝴ί𝝼𝝰𝝸 𝝾𝝸 𝞀𝞄𝝷𝝻𝝾ί 𝞃𝝶ς 𝝵𝞈ής 𝞂𝝰ς 𝞃ώ𝞀𝝰;
Την περίοδο της πανδημίας ήμουν λίγο αντίθετη με όλο αυτό το κύμα του κόσμου που έλεγε συνέχεια ότι είναι καλύτερα που σταματήσαμε λίγο τους έντονους ρυθμούς. Να ηρεμήσουμε έλεγαν όλοι, να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας κι άλλα τέτοια. Πιστεύω ότι πρέπει να βρίσκουμε χρόνο για τον εαυτό μας και να κάνουμε πράγματα που θέλουμε ακόμα και στις πιο «πιεσμένες» μας στιγμές. Κάποια στιγμή άλλωστε θα ξεκουραστούμε μία και καλή, οπότε ο καθένας μας όσο θέλει και αντέχει πρέπει να είναι ενεργός να κάνει πράγματα μονίμως. Μπορείς να τα βρίσκεις με τον εαυτό σου παράλληλα δημιουργώντας, έτσι πιστεύω. Αν κάτσεις στο σπίτι και απλά σκέφτεσαι νομίζω κάποια στιγμή βουλιάζεις, παρασύρεσαι σε κάτι που μόνο δημιουργικό δεν αποδεικνύεται.
𝝩𝝸 𝝴ί𝝼𝝰𝝸 𝝰𝞄𝞃ό 𝝿𝝾𝞄 𝞂𝝰ς 𝝲𝝾𝝶𝞃𝝴ύ𝝴𝝸 𝞂𝞃𝝶 𝝳𝝾𝞄𝝺𝝴𝝸ά 𝞂𝝰ς;
Αυτό που με γοητεύει πάρα πολύ στη δουλειά μου και στα μαθήματα κατ’ επέκταση είναι οι πολλές διαφορετικές ηλικιακές και όχι μόνο ομάδες που έχω. Μικρά παιδιά, έφηβοι, παιδιά σε σχολεία, το τμήμα των ενηλίκων εδώ στο θέατρο 73100, αλλά ακόμα και στις φυλακές της Αγιάς που έχω κάνει μαθήματα κάποια περίοδο. Βλέπεις πόσο καλά μπορεί να λειτουργήσει το θέατρο, η θεατρική τεχνική και οι θεατρικές μέθοδοι σε τόσο διαφορετικές ομάδες ανθρώπων. Η ποιότητα των ανθρώπων αυτών είναι τέτοια που γίνονται ομάδα μετά από καιρό αποκτώντας έτσι χαρακτήρα. Η προσέγγιση του θεάτρου επίσης σε κάθε διαφορετική ομάδα ανθρώπων διαφέρει αρκετά. Οι έφηβοι ας πούμε είναι η δυσκολότερη ομάδα και τα μαθήματα που γίνονται εθελοντικά στις φυλακές της Αγιάς έχουν μία δυσπιστία από την πλευρά των ανδρών εκεί. Γιατί να ενδιαφερθεί κάποιος γι αυτούς αναρωτιούνται, πράγμα που εν μέρει με βρίσκει σύμφωνη. Όταν όμως ακούς από τους ίδιους να σου λένε ότι ξεχνάνε που βρίσκονται και η αιτία είναι το θέατρο σκέφτεσαι ότι κάτι καλό έχεις κάνει. Κι εμείς εδώ μετά τις πρόβες ξεχνάμε που είμαστε αλλά όταν τελειώσουν γυρίζουμε σε ένα πιο ασφαλές περιβάλλον, πιο ελεύθερο, ενώ αυτοί στο κελί τους. Αυτό από μόνο του είναι συγκλονιστικό.

𝝥𝝾𝝸𝝴ς 𝝿𝞀𝝾ϋ𝝿𝝾𝝷έ𝞂𝝴𝝸ς 𝝿𝝺𝝶𝞀𝝾ί έ𝝼𝝰 έ𝞀𝝲𝝾 𝝲𝝸𝝰 𝝼𝝰 𝞃𝝾 𝞂𝝹𝝶𝝼𝝾𝝷𝝴𝞃ή𝞂𝝴𝞃𝝴;
Οι άνθρωποι πάνω απ όλα και η συνεργασία μαζί τους και φυσικά να μ αρέσει το έργο. Ακόμα κι αν το ξέρω το έργο, αν το έχω ξανά κάνει ας πούμε στη σχολή για παράδειγμα κι έχω μνήμες αυτού να μπορεί να μου δώσει και να ψάξω με αυτό. Να μπορώ να το βλέπω διαφορετικά κάθε φορά.
𝝥𝞈ς 𝝲𝝴𝝼𝝼𝝸έ𝞃𝝰𝝸 𝝻ί𝝰 𝝸𝝳έ𝝰 𝝻έ𝞂𝝰 𝞂𝝰ς 𝝲𝝸𝝰 𝝼𝝰 𝝰𝝼𝝴𝝱ά𝞂𝝴𝞃𝝴 𝝻ί𝝰 𝝿𝝰𝞀ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶; 𝝩𝝰 𝝴𝞀𝝴𝝷ί𝞂𝝻𝝰𝞃𝝰 𝝿𝞈ς έ𝞀𝞆𝝾𝝼𝞃𝝰𝝸;
Είναι κάποια έργα που τα ξέρω και τα έχω διαβάσει και πιστεύω ότι έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να τα σκηνοθετήσω. Νομίζω ότι είναι μία φυσιολογική εξέλιξη όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Στην περίπτωση της παράστασης «Τρεις Ψηλές Γυναίκες» του Έντουαρντ Άλμπι ήταν μία ιδέα των κοριτσιών που είχαν πριν από πολλά πολλά χρόνια, μου το πρότειναν και απλά συμφώνησα. Εγώ ήξερα την ύπαρξη του έργου, το διάβασα και μου άρεσε αρκετά. Τώρα που το έχουμε ανεβάσει και το βλέπω μου αρέσει ακόμη περισσότερο και είμαι πολύ ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα που έχουμε σαν σύνολο.
𝝙𝝸𝝰𝝱ά𝝵𝝾𝝼𝞃𝝰ς έ𝝼𝝰 𝝹𝝴ί𝝻𝝴𝝼𝝾 𝝻ί𝝰ς 𝝿𝝰𝞀ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶ς 𝞅𝞃𝝸ά𝞆𝝼𝝴𝞃𝝴 𝞂𝝴𝝼ά𝞀𝝸𝝰 𝝲𝝸𝝰 𝞃𝝾 𝝿𝞈ς 𝝷𝝰 𝞃𝝾 𝞂𝝹𝝶𝝼𝝾𝝷𝝴𝞃ή𝞂𝝴𝞃𝝴 ή 𝝰𝝹𝝾𝝺𝝾𝞄𝝷𝝴ί𝞃𝝴 𝞃𝝾𝞄 𝞂𝞄𝝲𝝲𝞀𝝰𝞅έ𝝰 𝞃𝝶 𝝾𝝿𝞃𝝸𝝹ή;
Ούτε το ένα ούτε το άλλο (γέλια). Νομίζω πηγαίνω ψάχνοντας, πρόβα με πρόβα μέρα με τη μέρα. Άλλωστε σε τέτοιο επίπεδο συγγραφής όπως του Έντουαρντ Άλμπι ας πούμε, σου δίνει το δικαίωμα άσχετα με αυτό που γράφει να δώσεις κι εάν θέλεις την δική του οπτική ή να την δική σου. Δεν πας γράμμα γράμμα. Έχεις κάτι που μπορεί να το απορρίψεις ίσως μετά εσύ. Θέατρο είναι δημιουργείς.

𝝥𝝴ί𝞃𝝴 𝝻𝝰ς 𝝳𝞄𝝾 𝝺ό𝝲𝝸𝝰 𝝲𝝸𝝰 𝞃𝝾 έ𝞀𝝲𝝾 «𝟯 𝝭𝝶𝝺ές 𝝘𝞄𝝼𝝰ί𝝹𝝴ς».
Ο Έντουαρντ Άλμπι είναι ένας διακεκριμένος Αμερικανός θεατρικός συγγραφέας, βραβευμένος με τρία βραβεία Πούλιτζερ στην καριέρα του- το τρίτο για τις «Τρείς ψηλές γυναίκες» (1990-1991) το οποίο ανεβάζουμε. Έγραψε ένα έργο αρκετά εμπνευσμένο απ΄ την ίδια του τη ζωή- εμπνευσμένο από τη σχέση του με την πολύ πλούσια οικογένεια (και κυρίως απ΄ την ακραία σχέση που είχε με τη μητέρα του) που τον υιοθέτησε κι ύστερα τον αποκλήρωσε, όταν στα 18 του έφυγε από το σπίτι. Στην παράσταση βλέπουμε τρεις γυναίκες- η Άλφα, η Βήτα, η Γάμα. Η 92 ετών- υπέργηρη, που κατοικεί στο σπίτι όπου διαδραματίζεται το έργο, η 52 ετών οικονόμος / βοηθός της και η γραμματέας του δικηγόρου της, 26 ετών. Η αλληλεπίδραση αυτών των γυναικών στα διαφορετικά στάδια της ζωής τους είναι ο βασικός πυρήνας του έργου, ενός έργου με έντονη αίσθηση χιούμορ αλλά και σκληρότητα, που κάνει κάθε αναγνώστη- θεατή να διερωτάται πού, άραγε, πηγαίνουν οι νεότεροι εαυτοί μας, καθώς μεγαλώνουμε. Η ιστορία μιας γυναίκας (ή τριών), που διακόπτεται, συμπληρώνεται, διορθώνεται ή και όχι, στην οποία προστίθενται συνέχεια άλλες ιστορίες. Εικόνες μέσα στις εικόνες, χωρίς αρχή- μέση- τέλος, ιδωμένες από γυναίκες άλλης ηλικίας και από άλλη- χρονικά, απόσταση απ΄ την «κοινή» ιστορία, απ΄ την «κοινή» ζωή.
𝝥𝝾𝝸𝝾ς 𝞀ό𝝺𝝾ς 𝝰𝝿ό 𝞃𝝸ς 𝞃𝞀𝝴𝝸ς 𝝲𝞄𝝼𝝰ί𝝹𝝴ς 𝞃𝝶ς 𝝿𝝰𝞀ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶ς 𝝴ί𝝼𝝰𝝸 𝝿𝝸𝝾 𝝳𝞄𝝼𝝰𝞃ός 𝝲𝝸𝝰 𝞃𝝾𝝼 𝝷𝝴𝝰𝞃ή;
Ο μέσος όρος του κοινού πιστεύω θα κρατήσει τον χαρακτήρα της μεγαλύτερης σε ηλικία γυναίκας στην παράσταση. Ίσως κι επειδή κινεί τα νήματα γενικά. Έχει την εμπειρία, είναι μία πιο ιδιαίτερη προσωπικότητα γιατί έχει περάσει όλος αυτός ο χρόνος από πάνω της και φαίνεται έντονα σε κείμενο και κινήσεις. Μιλάμε για ανθρώπους εδώ που έχουν κάτι ιδιαίτερο και το κουβαλάνε πάνω τους, όλης τους τη ζωή. Δεν θα μπορούσε να ήταν τόσο έντονη προσωπικότητα στα τριάντα ή στα πενήντα. Δυστυχώς καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια από πάνω μας για να γίνουμε αυτό που θέλουμε.
𝝘𝝸𝝰𝞃ί 𝝿𝝸𝞂𝞃𝝴ύ𝝴𝞃𝝴 𝝻𝝴𝝲𝝰𝝺ώ𝝼𝝾𝝼𝞃𝝰ς 𝝰𝞂𝞆𝝾𝝺𝝾ύ𝝻𝝰𝞂𝞃𝝴 𝝻𝝴 𝝿𝝸𝝾 𝝾𝞄𝞂𝝸ώ𝝳𝝶ς 𝝿𝞀ά𝝲𝝻𝝰𝞃𝝰 𝝹𝝰𝝸 𝞃𝝸 𝝴ί𝝼𝝰𝝸 𝝰𝞄𝞃ό 𝝿𝝾𝞄 𝝻𝝰ς 𝝹ά𝝼𝝴𝝸 𝝿𝝸𝝾 𝝴𝝿𝝸𝝺𝝴𝝹𝞃𝝸𝝹𝝾ύς 𝞂𝞃𝝶 𝝵𝞈ή 𝝻𝝰ς;
Βασικά εμένα μ αρέσει και θέλω να πορεύομαι με ανθρώπους που κοιτάζουν τα ουσιώδες πράγματα στη ζωή και να είναι πιο επιλεκτικοί σε ό,τι κάνουν. Έχοντας περάσει όλοι μας τόσο άσχημες καταστάσεις στη ζωή μας, δεν είναι δυνατόν πλέον να μην είμαστε πιο προσεκτικοί και πιο επιλεκτικοί. Αυτό θέλω και πρέπει να είναι ελπιδοφόρο.
𝝝𝝰 𝝺έ𝝲𝝰𝞃𝝴 έ𝝼𝝰 𝝻𝝸𝝹𝞀ό 𝞇έ𝝻𝝰 𝝲𝝸𝝰 𝝼𝝰 𝝰𝝿𝝾𝝹𝞀ύ𝞇𝝴𝞃𝝴 𝝻ί𝝰 𝝰𝝺ή𝝷𝝴𝝸𝝰;
Ναι φυσικά (γέλια). Είναι υγεία το ψέμα, υπάρχουν τα κατά συνθήκη ψεύδη. Πρέπει να εναρμονιστούμε με αυτό και να το αγαπήσουμε και να ξέρουμε ότι στη ζωή μας όλοι οι μικροί ρόλοι και οι διαφορετικές ποιότητες, η συμπεριφορά μας στους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρεφόμαστε έχει μέσα το ψεύδος. Γιατί αλλιώς αν σκεφτείτε λίγο δεν υπάρχει και η αλήθεια κάπου, χάνει το νόημά της. Κάθε μέρα όλοι μας λέμε μικρά ή μεγάλα ψέματα, το πιστεύω αυτό.
𝝩𝝸 𝝴ί𝝼𝝰𝝸 𝝰𝞄𝞃ό 𝝿𝝾𝞄 𝝷𝝰 𝝹𝞀𝝰𝞃ή𝞂𝝴𝝸 𝝾 𝝷𝝴𝝰𝞃ής 𝞅𝝴ύ𝝲𝝾𝝼𝞃𝝰ς 𝝰𝝿ό 𝞃𝝶 𝝿𝝰𝞀ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶;
Θέλω και μου αρέσει πολύ να μου λένε μετά την παράσταση για πράγματα και εικόνες που έχουν δει και που εμείς δεν τα είχαμε φανταστεί. Ούτε σαν ηθοποιοί ούτε σαν σκηνοθέτες. Να βρίσκουν κι άλλες ερμηνείες μέσα στις ερμηνείες και να «στέκονται» σε διαφορετικά πράγματα ο καθένας. Επίσης είναι πολύ εντυπωσιακό να σου λένε για παραστάσεις ότι τους έκαναν εντύπωση ενώ εσύ δεν το περίμενες να συμβεί. Αυτή η έκπληξη που νιώθω είναι κάτι πολύ όμορφο.

𝝙𝝸𝝰𝝻𝝰𝞀𝞃ύ𝞀𝝴𝞂𝞃𝝴 𝝴𝞂𝞈𝞃𝝴𝞀𝝸𝝹ά 𝝻𝝴 𝝹ά𝞃𝝸 𝝿𝝾𝞄 𝝷𝝰 𝝳𝝴ί𝞃𝝴; Έ𝞆𝝴𝞃𝝴 𝝿𝝸ά𝞂𝝴𝝸 𝞃𝝾𝝼 𝝴𝝰𝞄𝞃ό 𝞂𝝰ς 𝝳𝝶𝝺𝝰𝝳ή 𝝼𝝰 𝝰𝝼𝝴𝝱ά𝝵𝝴𝝸 έ𝞀𝝲𝝾 𝝲𝝸𝝰 𝝼𝝰 𝝷ί𝝽𝝴𝞃𝝴 𝝹ά𝝿𝝾𝝸𝝾 𝝷έ𝝻𝝰;
Θεωρώ ότι το θέατρο είναι μία πολιτική πράξη, είτε γίνεται από επαγγελματίες ηθοποιούς είτε γίνεται από ερασιτέχνες. Ό,τι κι αν κάνεις πρέπει να έχει αυτόν τον χαρακτήρα, ακόμα και μία κωμωδία, πρέπει να υπάρχει από πίσω το γιατί θέλω να το κάνω. Να κάνεις κάτι για να εκπαιδεύσεις το κοινό, αν μπορούσαμε να το πούμε έτσι. Να δημιουργήσεις ευγένεια στην ψυχή τους. Να καταφέρεις να κάνεις έστω και έναν άνθρωπο να σκεφτεί κάτι παραπάνω από αυτό που νομίζει ότι ξέρει.
𝝚ί𝞂𝝰𝝸 𝞂𝝹𝝶𝝼𝝾𝝷έ𝞃𝝸ς 𝝰𝝺𝝺ά 𝝹𝝰𝝸 𝝶𝝷𝝾𝝿𝝾𝝸ός. 𝝩𝝸 𝝰𝝿 𝞃𝝰 𝝳ύ𝝾 𝞄𝝿𝝴𝞀𝞃𝝴𝞀𝝴ί 𝝹𝝰𝝸 𝝲𝝸𝝰𝞃ί;
Μ αρέσει πάρα πολύ να σκηνοθετώ αλλά έχει πολύ άγχος κι έχει και μία μεγαλύτερη βαρύτητα από την ηθοποιία. Επίσης λόγω των μαθημάτων την εξασκώ πολύ περισσότερο κάτι που νομίζω μου έχει δημιουργήσει την επιθυμία να παίξω κάποιο ρόλο, γιατί μου λείπει αρκετά το να παίζω.
Έ𝞆𝝴𝞃𝝴 έ𝝼𝝰𝝼 𝝳𝝸𝝹ό 𝞂𝝰ς 𝞃𝞀ό𝝿𝝾 𝝿𝝾𝞄 𝞂𝝹𝝶𝝼𝝾𝝷𝝴𝞃𝝴ί𝞃𝝴;
Αυτό που έχω παρατηρήσει είναι ότι με τον καιρό μου λέει ο κόσμος ότι αναγνωρίζει πλέον παραστάσεις που είναι σκηνοθετημένες από εμένα. Ξεκινάω πάντα από το πώς μπορούμε να αντιληφθούμε ένα κείμενο. Δίνω έμφαση σε αυτό. Και με τους ηθοποιούς μετά να δημιουργούν εικόνες μόνοι τους. Δεν θα μπορούσα ποτέ να έχω σκηνοθετήσει ήδη την παράσταση στο μυαλό μου και απλά να δώσω μετά τις κατευθύνσεις στους ηθοποιούς. Κάτι που το έχω δει να συμβαίνει σε άλλους και πολλές από αυτές τις παραστάσεις να είναι καλές. Εγώ όμως δεν λειτουργώ έτσι. Θέλω να δημιουργούμε εικόνες, να το κάνουμε με πολλούς τρόπους, ώστε να καταλήξουμε σε αυτό που μας ταιριάζει και να έχει ένα αποτέλεσμα που θα βγει σε καλό στο τέλος ώστε η παράσταση να μείνει στον θεατή.
𝝥𝞈ς 𝝴ί𝞂𝞃𝝴 ό𝞃𝝰𝝼 𝞂𝝰ς 𝞂𝝹𝝶𝝼𝝾𝝷𝝴𝞃𝝾ύ𝝼 𝝹𝝰𝝸 𝝱𝞀ί𝞂𝝹𝝴𝞂𝞃𝝴 𝝰𝝿ό 𝞃𝝶𝝼 𝝿𝝺𝝴𝞄𝞀ά 𝞃𝝶ς 𝝶𝝷𝝾𝝿𝝾𝝸𝝾ύ;
Όταν παίζω και με σκηνοθετούν μου αρέσει πάρα πολύ. Αφήνομαι απόλυτα στις εντολές του σκηνοθέτη και κάνω ακριβώς αυτό που θέλει. Είμαι πάντα έτοιμη για το οτιδήποτε έχει στο μυαλό του ο οποιοσδήποτε σκηνοθέτης και πιστεύω ότι από τη στιγμή που εμπιστεύεσαι έναν άνθρωπο να σε σκηνοθετήσει, οφείλεις να αφήνεσαι και να δοκιμάζεις ό,τι σου πει.

𝝡𝝴𝞃ά 𝝰𝝿ό 𝝰𝞀𝝹𝝴𝞃ές 𝝿𝝰𝞀𝝰𝞂𝞃ά𝞂𝝴𝝸ς 𝝿𝝾𝞄 έ𝞆𝝴𝞃𝝴 𝝰𝝼𝝴𝝱ά𝞂𝝴𝝸 𝞂𝞃𝝾𝝼 𝞆ώ𝞀𝝾 𝞃𝝾𝞄 𝟳𝟯𝟭𝟬𝟬 𝝻𝝿𝝾𝞀𝝴ί𝞃𝝴 𝝼𝝰 𝝳ώ𝞂𝝴𝞃𝝴 έ𝝼𝝰 𝞆𝝰𝞀𝝰𝝹𝞃𝝶𝞀𝝸𝞂𝝻ό 𝞂𝞃𝝾 𝝬𝝰𝝼𝝸ώ𝞃𝝸𝝹𝝾 𝝹𝝾𝝸𝝼ό 𝝹𝝰𝝸 𝞃𝝶ς 𝝟𝞀ή𝞃𝝶ς 𝝲𝝴𝝼𝝸𝝹ά;
Αυτό που έχω παρατηρήσει εγώ μέσα σε αυτά τα 11 χρόνια είναι ότι εδώ μέσα μαλακώνουν οι άνθρωποι και έχουν πλέον γίνει πιο δεκτικοί σε αυτό που τους προσφέρεις καλλιτεχνικά. Ενώ ξεκίνησε το κοινό στην αρχή να είναι αρκετά αυστηρό και ανέκφραστο έχει πλέον αλλάξει αρκετά όλο αυτό. Σε αυτό συντέλεσαν πολλά πράγματα που βγήκαν μέσα από τις παραστάσεις. Είναι πλέον και ο κόσμος πιο ανοιχτός με το θέατρο, πιο εγκάρδιοι και αυτό βγαίνει προς τα έξω. Υπάρχει και η στροφή του κόσμου στο να δει περισσότερες παραστάσεις και πλέον είναι έτοιμος να δεχτεί κάθε είδος κειμένου.
𝝥𝝸𝝾 𝞀ό𝝺𝝾 𝝷𝝰 𝝷έ𝝺𝝰𝞃𝝴 𝝼𝝰 𝝿𝝰ί𝝽𝝴𝞃𝝴 𝝹𝝰𝝸 𝝰𝝿𝝾𝞃𝝴𝝺𝝴ί 𝝰𝝼 𝝻𝝿𝝾𝞀𝝾ύ𝞂𝝰𝝻𝝴 𝝼𝝰 𝞃𝝾 𝝿𝝾ύ𝝻𝝴 𝞂𝞃ό𝞆𝝾 𝝵𝞈ής;
Ένα θρυλικό αριστούργημα του σύγχρονου θεάτρου, που ακροβατεί ανάμεσα στην κωμωδία, το παράλογο και την τραγωδία είναι το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ», σε αυτό ήθελα το ρόλο της Μάρθας να παίξω κάποτε. Τώρα δεν το σκέφτομαι και πολύ αλλά μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση. Επίσης παραστάσεις του Τσέχωφ θα ήθελα να παίξω. Τώρα βέβαια αν με ξανά ρωτήσεις θα σου πω θέλω να παίξω τα πάντα, μ αρέσει απλά να παίζω. Εκεί καταλήγω.
𝝟𝝰𝝸 𝝹ά𝞃𝝸 𝞃𝝴𝝺𝝴𝞄𝞃𝝰ί𝝾, 𝞃𝝸 𝝴ί𝝼𝝰𝝸 𝝰𝞄𝞃ό 𝝿𝝾𝞄 𝞂𝝾𝞄 έ𝞆𝝴𝝸 𝝹ά𝝼𝝴𝝸 𝝴𝝼𝞃ύ𝝿𝞈𝞂𝝶 𝝰𝝿ό 𝞃𝝾 𝝹𝝾𝝸𝝼ό 𝝻𝝴𝞃ά 𝝰𝝿ό 𝝹ά𝝿𝝾𝝸𝝰 𝝿𝝰𝞀ά𝞂𝞃𝝰𝞂𝝶;
Το ότι μου είπαν κάποτε άνθρωποι που έχουν έρθει σαν θεατές ότι έχουν την επιθυμία να έρθουν στην σχολή και να ασχοληθούν με το θέατρο. Κάτι που φυσικά έγινε και ξεκίνησαν μαθήματα στη σχολή. Απρόσμενο αλλά τόσο όμορφο. Να μπορεί κάποιος να ανακαλύψει τα θέλω του και να έχεις συμβάλλει κι εσύ λίγο σε αυτό.
#𝗯𝗲𝘀𝘁𝗺𝗮𝗴𝗮𝘇𝗶𝗻𝗲𝗴𝗿 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗺𝗮𝗴𝗮𝘇𝗶𝗻𝗲𝗰𝗿𝗲𝘁𝗲 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗺𝗮𝗴𝗮𝘇𝗶𝗻𝗲 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗺𝗮𝗴𝗮𝘇𝗶𝗻𝗲𝗰𝗵𝗮𝗻𝗶𝗮 #𝗰𝗵𝗮𝗻𝗶𝗮 #𝗶𝗻𝘁𝗲𝗿𝘃𝗶𝗲𝘄 #𝗶𝗻𝘁𝗲𝗿𝘃𝗶𝗲𝘄𝘀 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗶𝗻𝘁𝗲𝗿𝘃𝗶𝗲𝘄 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗽𝗲𝗼𝗽𝗹𝗲 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗺𝗮𝗴 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗹𝗶𝗳𝗲 #𝗯𝗲𝘀𝘁𝗰𝗿𝗲𝗮𝘁𝗶𝘃𝗶𝘁𝘆


